- στιχολογία
- ἡ, ΜΑ [στιχολόγος]1. απαγγελία στίχων («ὑπὲρ μισθοῡ στιχολογίας», πάπ.)2. εκκλ. α) κατά στίχο ψαλμωδία ή εμμελής ανάγνωση τών ψαλμών ή τών βιβλικών ωδώνβ) απαγγελία, σε αντιδιαστολή προς την ψαλμωδία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
στιχολογίᾳ — στιχολογίᾱͅ , στιχολογία recitation of verses fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
стихословие — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;} сущ. (στιχολογία) пение или чтение псалмов с… … Словарь церковнославянского языка
-λογία — (AM λογία) β συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ονομάτων που σχηματίστηκαν από ονόματα σε λόγος ή από ρ. σε λογώ και ανάγονται στο ρ. λέγω είτε με τη σημασία τού «μιλώ», άρα και τού «ασχολούμαι με κάτι» (πρβλ. αερολογία, ευφυολογία, φιλολογία), είτε με … Dictionary of Greek
ՍՏՈՂՈԳԻ — (իք.) NBH 2 0747 Chronological Sequence: Unknown date, 7c գ. ՍՏՈՂՈԳԻ որ եւ ՍՏՈՂՈԳԻԱԿԱՆ. ՍՏՈՂՈԳԻԱԿԱՆ ՍԱՂՄՈՍ. Ըստ յն. սդիխօլօղի՛ա. στιχολογία recitatio versuum. Տուն առ տուն՝ փոխաձայն սաղմոսերգութիւն, ողբաձայն, եւս եւ ուրախական. կցուրդք. եւ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՍՏՈՂՈԳԻԱԿԱՆ — ( ) NBH 2 0747 Chronological Sequence: Unknown date, 7c ՍՏՈՂՈԳԻԱԿԱՆ ՍԱՂՄՈՍ. Ըստ յն. սդիխօլօղի՛ա. στιχολογία recitatio versuum. Տուն առ տուն՝ փոխաձայն սաղմոսերգութիւն, ողբաձայն, եւս եւ ուրախական. կցուրդք. եւ առաւօտու երգք. *Ստողոգիք աղուհացից.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)